Σύμφωνα με τον Joshua S.Hill, δημοσιογράφο του “Clean Technica.com, σε νέα έκθεση του o IRENA τονίζει την αναγκαιότητα αύξησης της παγκόσμιας παραγωγής ηλεκτικής ενέργειας μέσω ΑΠΕ.
Ο IRENA εκτιμά ότι η αύξηση της ενέργειας μέσω ΑΠΕ πρέπει να αγγίξει τουλάχιστον το 30% της σημερινής, προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι της Συνθήκης των Παρισίων για την κλιματική αλλαγή, γεγονός που θα ωφελήσει την παγκόσμια οικονομία και ευημερία, αμφότερες.
Η νέα έκθεση του Διεθνούς Οργανισμού Ανανεώσιμης Ενέργειας (IRENA) με τίτλο “Παγκόσμια Ενεργειακή Αλλαγή/Μετατροπή:ένας οδικός χάρτης για το 2050”, παρουσιάστηκε στα πλαίσια του διαλόγου περί ενεργειακής μετάβασης στο Βερολίνο, την περασμένη Τρίτη και Τετάρτη υπό την αιγίδα του Ομοσπονδιακού Γραφείου Εξωτερικών. Σύμφωνα με την έκθεση, οι επενδύσεις σε ενεργειακά συστήματα πρέπει να αυξηθούν κατά 30% έως το 2050 με στόχο να στηριχτούν οικονομικά οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και η ενεργειακή αποδοτικότητα/αυτάρκεια. Το ισχύον καθεστώς και οι δρομολογημένες πολιτικές προβλέπουν 93 τρισεκατομμύρια δολάρια, ενώ η έκθεση προτείνει την αύξησή τους στα 120 τρισεκατομμύρια. Το επενδυτικό εγχείρημα, απαιτεί επιπλέον 18 τρισεκατομμύρια που θα διατεθούν απευθείας για υποδομές ενεργειακών δικτύων και καλυτέρευση των υπαρχόντων, όπου και αυτά με τη σειρά τους διπλασιάζουν το κόστος των ήδη υπαρχόντων σχετικών επενδύσεων.
Επιπροσθέτως, o IRENA τονίζει πώς οι επενδύσεις στον τομέα των ανανεωσίμων και της ενεργειακής αποδοτικότητας θα δημιουργήσουν πάνω από 11 εκατομμυρία νέες θέσεις εργασίας στον κλάδο της ενέργειας, εξισορροπώντας έτσι, τις όποιες απώλειες στον κλάδο των ορυκτών καυσίμων. Βεβαίως, η απώλεια θέσεων εργασίας στον κλάδο των ορυκτών καυσίμων δεν είναι συνυφασμένη με την απευθείας μετάβαση στο χώρο των ανανεώσιμων, Ωστόσο, σε περίπτωση που οι κυβερνήσεις και οι εταιρείες θέσουν κάτι τέτοιο ως προτεραιότητα, τότε θα εξασφαλιστεί μια ομαλή μετάβαση και κατάλληλη εκπαίδευση, που θα βοηθήσει στην αντιμετώπιση των χαμένων θέσεων εργασίας.
Ακόμα, ο IRENA υπογραμμίζει την αναγκαιότητα άμεσων δράσεων για την απομάκρυνση από τις συμβατικές μορφές ενέργειας και τη στροφή στις πράσινες μορφές, κάτι που θα μειώσει μακροπρόθεσμα τόσο την άνοδο, όσο και την αξία των σχετικών με την ενέργεια περιουσιακών στοιχείων εξοικονομώντας έτσι χρήματα για φορολογούμενους και εταιρείες. Πιο συγκεκριμένα, η αξία των στοιχείων που περιλαμβάνονται στον τρέχοντα οδικό χάρτη του IRENA για το 2050 ανέρχεται στα 11 τρισεκατομμύρια δολάρια, όμως θα διαπλαστεί αν ληφθούν άμεσα μέτρα.
Όπως ανέφερε ο Adman Z.Amin, γενικός διευθυντής του IRENA, “η ενεργειακή απόδοση και η παραγωγή ενέργειας από ΑΠΕ μπορούν να γίνουν το κλειδί για την αντιμετώπιση των εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα, εξασφαλίζοντας έως και το 90% της μείωσης των εκπομπών, που απαιτείται ώστε να συγκρατηθεί η αύξηση της παγκόσμιας θερμοκρασίας στους 2 βαθμούς κελσίου. Αν όντως επιδιώκουμε να “απεξαρτηθεί” η παγκόσμια ενέργεια από τον άνθρακα αρκετά σύντομα ώστε να αποφευχθούν οι αρνητικές επιπτώσεις του για το περιβάλλον, οι ΑΠΕ πρέπει να ανέρχονται τουλάχιστον στα 2/3 της συνολικής ενέργειας ως το 2050.”
Στη συνέχεια, ανέφερε ότι “αυτή η μετατροπή δε θα έχει μόνο θετικό πρόσημο για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, αλλά θα βοηθήσει και σε κοινωνικό-οικονομικό επίπεδο, καταπολεμώντας την ενεργειακή φτώχεια,την ενεργειακή εξάρτηση και την ανεργία με τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας”. Σύμφωνα με το γενικό διευθυντή του IRENA, η επένδυση σε τεχνολογίες χαμηλών ρύπων αποτελεί μια σημαντική ευκαιρία, εφόσον μετατοπίζει το αναπτυξιακό ενδιαφέρον από τομείς που χαρακτηρίζονται από έλλειψη, ανισότητα και ανταγωνισμό, σε τομείς που υπόσχονται συνολική ευημερία. “Αυτή η ευκαιρία μπορεί να αξιοποιηθεί υιοθετώντας σαφείς πολιτικές, μεταφέροντας κεφάλαιο και εφαρμόζοντας καινοτόμες ιδέες σε ενεργειακά συστήματα”, πρόσθεσε.
Το εν λόγω ζήτημα είναι εν πολλοίς γνωστό, αρκεί κανείς να σκεφτεί τις νέες πολιτικές που ακολουθούνται. Τα κυβερνητικά πλάνα αποκλίνουν ελάχιστα από τους στόχους μείωσης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και με τις σημερινές πρoβλέψεις καθίσταται σαφές ότι θα βλέπαμε τον πλανήτη να εξαντλεί τα αποθέματά του σε άνθρακα, επιτρέποντας μια μείωση της θερμοκρασίας κατά 2 βαθμούς Κελσίου μόνο σε 20 χρόνια, παρά την προσδοκώμενη και συνεχή ανάπτυξη των ανανεωσίμων. Ως εκ τούτου, σημαντικές πρόοδοι είναι ζωτικής σημασίας για την βιομηχανία της ενέργειας και το μερίδιο των ΑΠΕ πρέπει να αυξηθεί το λιγότερο κατά 2/3.
Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να κατανοήσουμε ότι η μετάβαση παραγωγής και προσφοράς ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες δε στοχεύει στην ικανοποίηση των περιβαλλοντολόγων και των εταιρειών ΑΠΕ. Εξάλλου, κατά τις τελευταίες δεκαετίες υπάρχουν πολλά παραδείγματα που υποδεικνύουν ότι η μετάβαση από τις συμβατικές μορφές ενέργειας έχει νόημα. Οι ανανεώσιμες και τα μέτρα για την ενίσχυση της ενεργειακής απόδοσης αφενός έχουν ως αποτέλεσμα καθαρότερη μορφή ενέργειας προσφερόμενη για ηλεκτροδότηση, αφετέρου συμβάλλουν στην καταπολέμηση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, της περιβαλλοντικής καταστροφής και παρέχουν οφέλη για την υγεία. Συμπερασματικά όλα τα παραπάνω ξεπερνούν το κόστος της μετάβασης.
energypress.gr