Η γρήγορη άνοδος των φωτοβολταϊκών και αιολικών συστημάτων καταγράφεται από τα δεδομένα της διεθνούς εταιρείας ηλιακής ενέργειας (ISES), σύμφωνα με τα οποία το 2023 αυτά τα συστήματα αποτέλεσαν το 80% των νέων εγκαταστάσεων μεταξύ άλλων «καθαρών» τεχνολογιών.

Την τελευταία δεκαετία, η παγκόσμια παραγωγή από φωτοβολταϊκά αυξήθηκε εννιά φορές, φτάνοντας τις 1.500 TWh ετησίως, ενώ η παραγωγή από αιολική ενέργεια τριπλασιάστηκε, φτάνοντας τις 2.300 TWh ετησίως. Αυτές οι αυξήσεις αντιπροσωπεύουν ετήσιους ρυθμούς ανάπτυξης 22% και 11% αντίστοιχα. Αντίθετα, τα υδροηλεκτρικά, τα πυρηνικά και η παραγωγή άνθρακα σημείωσαν ετήσια αύξηση περίπου 1%, ενώ το φυσικό αέριο αυξήθηκε κατά 3%.

Συγκεκριμένα, αυτός ο ρυθμός ανάπτυξης σημαίνει ότι η παραγωγή ηλιακής ενέργειας διπλασιαζόταν κάθε δύο χρόνια και προβλέπεται να φτάσει τις 100.000 TWh ετησίως μέχρι το 2042, ποσότητα επαρκής για την απανθρακοποίηση της παγκόσμιας οικονομίας.

Η Ελλάδα κατέχει την 12η θέση σε παγκόσμιο επίπεδο όσον αφορά την κατά κεφαλήν παραγωγή ηλιακής και αιολικής ενέργειας, με τις πρώτες θέσεις να ανήκουν σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.

Η πυρηνική ενέργεια έχει έναν παγκόσμιο μέσο συντελεστή απόδοσης 74%, ακολουθούμενη από τον άνθρακα με 50% έως 70%, το φυσικό αέριο συνδυασμένου κύκλου με 40% έως 60%, την αιολική ενέργεια με 30% έως 60%, τα μεγάλα υδροηλεκτρικά με 30% έως 50% και τα φωτοβολταϊκά με 12% έως 25%.

Παρόλο που τα φωτοβολταϊκά έχουν σχετικά χαμηλό συντελεστή απόδοσης, η παραγωγή τους αναμένεται να ξεπεράσει αυτή των πυρηνικών το 2026, των αιολικών το 2027, των υδροηλεκτρικών το 2028, του φυσικού αερίου το 2030 και του άνθρακα το 2032.

Η ηλιακή και αιολική ενέργεια κυριαρχούν πλέον στην κατασκευή νέων σταθμών ηλεκτροπαραγωγής, ενώ η ανάπτυξη άλλων τεχνολογιών παραμένει μικρή και στάσιμη. Ο άνθρακας, το φυσικό αέριο και η πυρηνική ενέργεια ενδέχεται να μειωθούν σημαντικά μέχρι τα μέσα του αιώνα, καθώς οι αποσύρσεις θα υπερβαίνουν τις νέες κατασκευές.